Food Service τ. 134

ΑΦΙΕΡΩΜΑ 35 τρα), η Τσεχία (πρώτη με 143 λίτρα), η Γερμανία και η Αυστρία με 106 και 105 λίτρα αντίστοιχα. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, οι εταιρεί- ες που κατέχουν το 50% της παγκόσμιας αγοράς είναι μόνο τέσσερις, οι Anheuser-Busch InBev, SABMiller, Heineken International και Carlsberg Group. Σε ό,τι αφορά τις μεγαλύτερες πωλήσεις, τις δύο πρώτες θέσεις κατέχουν δύο «τέκνα» της AB InBev, οι Budweiser και Corona, με 40 και 32 εκατ. βαρέλια αντίστοιχα σε ετήσια βάση, ακολουθούμενες από την ολλανδική Heineken με 29 εκατ. βαρέλια. Ελληνικό κοινό και μπίρα Αν και οι Έλληνες παραδοσιακά προτιμούν το κρασί, οι μπιραρίες με τους λαχταριστούς μεζέδες που έχουν ανοίξει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, τα νέα προϊόντα που δίνουν έμφαση στην καθαρότητα και στη βιολογική προέλευση των πρώτων υλών, οι πρωτότυποι συνδυασμοί υλι- κών και οι non-alcohol μπίρες, έχουν οδηγήσει τους καταναλωτές να μην αντιμετωπίζουν την μπίρα σαν ένα καλοκαιρινό ποτό. Αντιθέτως, έχουν αναπτύξει ενδιαφέρον να τη «γνωρίσουν» και να τη σεβαστούν. Πλέον ενδιαφέρονται για το χρώμα, τα αρώμα- τα και τις γεύσεις των πολλών και διαφορετικών προϊόντων, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει το γεγο- νός ότι έχει χαμηλότερο ποσοστό οινοπνεύματος από οποιοδήποτε άλλο αλκοολούχο ποτό. Ακόμη, αξίζει να αναφέρουμε ότι έχει αυξηθεί το ποσοστό των γυναικών που προτιμούν την μπίρα, καθώς η βιολογική μπίρα συστήνεται από γυναικολόγους κατά την περίοδο του θηλασμού. Τέλος, εξακολουθεί και παραμένει το πρώτο σε προτίμηση ποτό στους νέους, καθώς είναι ένα οικονομικό αλκοολούχο ποτό, ειδικά από τη στιγμή που οι τιμές των υπολοίπων μπορεί να είναι απαγορευτικές εξαιτίας των συνεχών αυξήσεων του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Όσον αφορά την περιεκτικότητα σε αλκοόλ και υδατάνθρακες, μισό μπουκάλι ελαφριά μπίρα περιέχει πάνω-κάτω την ίδια ποσότητα αλκοόλ με ένα ποτήρι κρασί. Ωστόσο, στη lager (βαθοζύμωτη μπίρα, συχνά διατηρούμενη σε κρύα δεξαμενή πριν την πώλη- ση) η περιεκτικότητα σε αλκοόλ είναι σχεδόν όση και στο κρασί. Σε ό,τι αφορά τους υδατάνθρακες, το κρασί έχει τουλάχιστον 9,1-9,3 γραμμάρια ανά ποτήρι, ενώ ένα ποτήρι μπίρας έχει πολύ περισσότερους (15,6 έως 22,4 γραμμάρια). Προέλευση της μπίρας Αν και δεν έχει εξακριβωθεί πότε ανακαλύφθηκε η μπίρα στον κόσμο, τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα χρονολογούνται πριν από 6.000 χρόνια και αποδίδονται στους Σουμέριους, που κατά τύχη ανακάλυψαν τη διαδικασία της ζύμωσης. Στην αρχαία Ελλάδα, ο Ηρόδοτος και πολλοί άλλοι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονταν σε συ- νταγές και μεθόδους παρασκευής του εν λόγω «οίνου από κριθάρι», όπως ονόμαζαν τον ζύθο στην Αίγυπτο. Η μπίρα άρχισε να παρασκευάζεται στην Ελ- λάδα βιομηχανικά την εποχή του Όθωνα, αφού είχε συνδεθεί με τον τρόπο ζωής του Βαυαρού Βασιλιά. Οφέλη της μπίρας Τα οφέλη της μπίρας για τον οργανισμό είναι πολλά, καθώς κάνει καλό στη λειτουργία της καρδιάς, μειώνει τον κίνδυνο εγκεφαλικού και αυξάνει τη δημιουργικότητα. Επίσης, μειώνει τον κίνδυνο της πέτρας στα νεφρά, χαλαρώνει το νευρικό σύστημα, προλαμβάνει τον καταρράκτη, μειώνει την αρτηριακή πίεση και είναι άκρως θρεπτική εξαιτίας της βύνης που περιέχει. Τέλος, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι περιέχει διαιτητικό πυρίτιο, το οποίο προστατεύει τα οστά και τους συνδετικούς ιστούς, βελτιώνει τις τιμές χοληστε- ρόλης και δεν καταστρέφει την αδαμαντίνη των δοντιών, σε σχέση με το κρασί που είναι όξινο. Πώς παρασκευάζεται Αν και πολλές εταιρείες έχουν τα δικά τους μυ- στικά όσον αφορά τη διαδικασία της ζύμωσης, τα βασικά συστατικά από τα οποία παράγεται η μπίρα είναι νερό, κριθάρι, λυκίσκος και μαγιά, συστατικά που περιέχουν σημαντικές ποσότητες θρεπτικών στοιχείων, διαλυτών φυτικών ινών, μαγνησίου, καλίου, φώσφορου και βιταμινών Β και φολικού οξέως. Πιο αναλυτικά, το νερό αποτελεί περίπου το 95% της σύνθεσης της μπίρας, και κατά συνέπεια επηρεάζει την ποιότητά της οπότε συγκεκριμένοι τύποι μπίρας δημιουργούνται επειδή η σύσταση του νερού διαφέρει ανά γεωγραφική περιοχή. Η βύνη κριθαριού που χρησιμοποιείται για την παραγωγή μπίρας είναι η πιο διαδεδομένη στη ζυθοποίηση, ενώ υπάρχει και η βύνη σιταριού που παράγει συγκεκριμένους τύπους μπίρας, (weiss), αλλά και άλλα δημητριακά. Η βύνη προσφέρει τα απαραίτητα ζυμώσιμα σάκχαρα για την παραγωγή αλκοόλ και ταυτό- χρονα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη γεύση και το χρώμα, ενώ το τρίτο βασικό υλικό, ο λυκί- σκος, χρησιμοποιείται στη ζυθοποίηση για να δώσει πικράδα, γεύση και άρωμα στην μπίρα. Ο λυκίσκος καλλιεργείται σε ψυχρά κλίματα και χρησιμοποιείται ως φυσικό συντηρητικό χάρη στις αντιβιοτικές του ιδιότητες. Τέλος, η μαγιά είναι ο μικροοργανισμός που ευθύνεται για την αλκοολική ζύμωση της μπίρας, καθώς καταναλώνει τα σάκχαρα του γλεύκους και παράγει αλκοόλ και διοξείδιο του άνθρακα, μετατρέποντας έτσι το γλεύκος σε μπίρα.

RkJQdWJsaXNoZXIy Mjg5NDY=