Page 49 - PCM267

Basic HTML Version

μπορούμε να πούμε ότι οι κανόνες του Ου-
σιαστικού Ποινικού Δικαίου παραμένουν
ενεργοί διά των κανόνων της Ποινικής Δικο-
νομίας. Εν πρώτοις, το Ποινικό Δίκαιο είναι
κομμάτι του ευρύτερου Δημόσιου Δικαίου.
Οι διατάξεις του είναι αναγκαστικού χαρα-
κτήρα και θεσπίζονται χάριν του δημόσιου
συμφέροντος στο πλαίσιο της συνταγματικά
κατοχυρωμένης αρχής της λαϊκής κυριαρ-
χίας, ενώ μόνο ό,τι προβλέπεται ρητά στον
Ποινικό Κώδικα και στους ειδικούς ποινικούς
νόμους ισχύει ως απαγόρευση. Οτιδήποτε
άλλο επιτρέπεται.
Βασικό νομοθετικό κείμενο του Ποινικού
Δικαίου είναι ο Ποινικός Κώδικας. Ετέθη σε
ισχύ με το Νομοθετικό Διάταγμα 1492/1950
και ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 1951. Απο-
τελείται από 27 κεφάλαια, οκτώ για το γενι-
κό μέρος όπου περιγράφονται γενικά επι-
στημονικά δεδομένα για το έγκλημα, το δό-
λο, την αμέλεια, την απόπειρα, τις ποινές
κ.ά. και 19 για το ειδικό μέρος όπου περι-
γράφεται κάθε επιμέρους έγκλημα ξεχωρι-
στά. Κρίσιμο δεδομένο είναι ότι το Ποινικό
Δίκαιο πρέπει να προβλέπει μία κοινωνική
συμπεριφορά ως αποδοκιμαστέα από το κοι-
νωνικό σύνολο, ρητά και συγκεκριμένα, πά-
ντοτε στο πλαίσιο της αρχής «nullum crimen
nulla poena sine lege» (κανένα έγκλημα, κα-
μία ποινή χωρίς υφιστάμενο νόμο), η οποία
περιγράφεται τόσο στο Αρθρο 7 του ελληνι-
κού Συντάγματος (Εγκλημα δεν υπάρχει ού-
τε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να
ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και
να ορίζει τα στοιχεία της), όσο και στο άρθρο
1 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα (Ποινή δεν
επιβάλλεται παρά μόνο για τις πράξεις εκεί-
νες για τις οποίες ο νόμος την είχε ρητά ορί-
σει πριν από την τέλεσή τους).
Επιπλέον, η συμπεριφορά θα πρέπει να
είναι κοινωνική και εξωτερικευμένη. Δεν
τιμωρούνται, δηλαδή, οι σκέψεις ή οι περι-
πτώσεις όπου ένα άτομο δεν φέρει ευθύ-
νη για μία πράξη του, όπως οι ανακλαστι-
κές κινήσεις.
Βασικά άρθρα και έννοιες στον
Ποινικό Κώδικα
Σύμφωνα με το άρθρο 5 του ελληνικού
Ποινικού Κώδικα, «οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι
εφαρμόζονται σε όλες τις πράξεις που τελέ-
στηκαν στο έδαφος της επικράτειας, ακόμη
και από αλλοδαπούς». Αυτό σημαίνει ότι το
εύρος εφαρμογής του Ποινικού Κώδικα κα-
λύπτει οποιονδήποτε στην ελληνική επικρά-
τεια με βάση την αρχή της εδαφικότητας.
Στο άρθρο 6, παράγραφος 2, αναφέρεται
ότι διώκεται και αλλοδαπός που εγκλημάτη-
σε, εφόσον κατά το χρόνο του εγκλήματος
ήταν ημεδαπός. Επίσης, το πεδίο εφαρμογής
του ελληνικού Ποινικού Κώδικα (άρθρο 7)
περιλαμβάνει και έγκλημα (πλημμέλημα ή
κακούργημα) «τελεσθέν υπό αλλοδαπού εν
τη αλλοδαπή», εφόσον στρέφεται κατά
Ελληνα πολίτη και είναι έγκλημα και κατά
τους νόμους της χώρας στην οποία διαπρά-
χθηκε. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζουν
όσα προβλέπει ο Ποινικός Κώδικάς μας για
τους αλλοδαπούς, σε περίπτωση παραβατι-
κότητας ή εγκληματικότητας. Βάσει του άρ-
θρου 74 του Ποινικού Κώδικα, το δικαστήριο
μπορεί να διατάξει την απέλαση του αλλο-
δαπού σε περίπτωση που αυτός καταδικά-
στηκε σε φυλάκιση ή κάθειρξη (δηλαδή, αν
έχει διαπράξει πλημμέλημα ή κακούργημα),
πάντα με την επιφύλαξη των διεθνών συμ-
βάσεων που έχουν κυρωθεί από την Ελλά-
δα. Επίσης, βάσει του άρθρου 88 του Ποινι-
κού Κώδικα παράγραφος 1, «όποιος έχει κα-
ταδικαστεί για κακούργημα ή για πλημμέλη-
μα από δόλο σε ποινή στερητική της ελευ-
θερίας που ξεπερνά τους έξι μήνες και μέσα
σε πέντε χρόνια από τη δημοσίευση της
αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, αν είχε
καταδικαστεί για πλημμέλημα και σε 10 χρό-
νια, αν είχε καταδικαστεί για κακούργημα,
τελεί νέο κακούργημα ή πλημμέλημα από
δόλο για το οποίο ο νόμος προβλέπει ποινή
φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, βρί-
σκεται σε υποτροπή.
Επίσης, καθ’ έξη υπότροπος εγκληματίας
είναι αυτός που, αν και τιμωρείται επανει-
λημμένα, αλλά τουλάχιστον 3 φορές για κα-
κουργήματα ή πλημμελήματα εκ δόλου με
ποινές στερητικές της ελευθερίας η μία εκ
των οποίων είναι κάθειρξη, διαπράξει νέο
ΑΣΦΑΛΕΙΑ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
49
Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ο Αρειος Πάγος είναι το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της ποινικής (και πολιτι-
κής) δικαιοσύνης στην Ελλάδα. Εχει αρμοδιότητα να ακυρώνει τις αποφάσεις των
άλλων δικαστηρίων, αν κρίνει ότι αυτές αντιβαίνουν στην κείμενη νομοθεσία.
Δ
όλος είναι η πιο βαριά μορφή υπαιτιότητας. Διακρίνεται σε τρεις
επιμέρους βαθμίδες :
Αμεσος δόλος α’ βαθμού
Αμεσος δόλος β’ βαθμού
Ενδεχόμενος δόλος
Στην πρώτη περίπτωση του άμεσου δόλου α’ βαθμού ο δράστης
επιθυμεί την πλήρωση του εγκλήματός του και κάνει οτιδήποτε για
να το πετύχει.
Στη δεύτερη περίπτωση του άμεσου δόλου β’ βαθμού, ο δράστης
δεν επιδιώκει το παράνομο αποτέλεσμα, το προβλέπει, όμως, ως
αναγκαίο κακό της πράξης του και το αποδέχεται.
Στην τρίτη περίπτωση του ενδεχόμενου δόλου, δεν επιδιώκει το
παράνομο αποτέλεσμα της πράξης του, το προβλέπει, ωστόσο, ως
ενδεχόμενη συνέπεια της πράξης του και το αποδέχεται.
Αμέλεια είναι η έλλειψη προσοχής την οποία κάποιος όφειλε από
τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει είτε η έλλειψη πρόβλε-
ψης σχετικά με το αξιόποινο αποτέλεσμα της πράξης είτε η αδυνα-
μία πρόβλεψης του παράνομου αποτελέσματος και η πίστη της απο-
φυγής του. Σε αντίθεση με τα πταίσματα που τιμωρούνται σε κάθε
περίπτωση, τα πλημμελήματα και τα κακουργήματα τιμωρούνται
μόνο όταν τελούνται με δόλο. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μόνο, τι-
μωρούνται πλημμελήματα τελούμενα εξ αμελείας.
Βάσει του άρθρου 42 του Ποινικού Κώδικα, απόπειρα τελείται όταν
«κάποιος αποφασίσει να εκτελέσει κακούργημα ή πλημμέλημα και
επιχειρεί πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης, τιμω-
ρείται, αν το κακούργημα ή πλημμέλημα δεν ολοκληρώθηκε, με
ποινή ελαττωμένη». Το ύψος της ελάττωσης της ποινής είναι στην
κρίση του δικαστή.
ΔΟΛΟΣ ΚΑΙ ΑΜΕΛΕΙΑ