ταφέροντας τον παίκτη στη Μέση
Aνατολή του 13ου αιώνα μ.Χ. και περι-
λαμβάνοντας στην υπόθεσή του το
Tάγμα των Ιπποτών, τους κλέφτες και
τους ανθρώπους της ερήμου, τον έβαζε
στο ρόλο του Tancrede de Nerac, που
αναζητούσε τον ψευδοπροφήτη Simon
de Lancrois, για να τον εκδικηθεί για
την προδοσία του απέναντι σε όσους
τον πίστεψαν και τον ακολούθησαν στη
δημιουργία μιας νέας πόλης, δίχως
αμαρτίες και βάσανα. Αυτός ήταν ο μο-
ναδικός τρόπος να βρει την εσωτερική
του γαλήνη ο πρώην ιππότης–ήρωάς
μας. Συνδυάζοντας την προοπτική πρώ-
του προσώπου με εκείνη του τρίτου
προσώπου στα ενδιάμεσα sequences,
και κινούμενο σε έναν μυθικό κόσμο,
κύριο προσόν του οποίου ήταν η ατμό-
σφαιρα, ολοκλήρωνε τη θετική εικόνα
του με τους ενδιαφέροντες χαρακτήρες
και το όμορφο φινάλε που διέθετε.
Το άκουσμα του ονόματος Wolfenstein
ξυπνά αναμνήσεις και συγκίνηση σε κάθε
fps fan. Δέκα ολόκληρα χρόνια μετά το
3D, ερχόταν το Return To Castle Wolfen-
stein να μας βάλει ξανά στο ρόλο του B.J.
Blazkowicz, εκ νέου αντιμέτωπου με τα
σχέδια και τις κυριαρχικές ορέξεις των
Ναζί. Ο ιδιαίτερα προσεγμένος σχεδια-
σμός και η αρτιότητα σε κάθε επιμέρους
τομέα του το οδήγησαν κοντά στην κορυ-
φή των first person shooters, ενώ τα γρα-
φικά, το πλήθος των διαφορετικών τοπο-
θεσιών, αλλά και το πολύ εθιστικό multi-
player κομμάτι του, συνέβαλαν στο να
αγαπηθεί ιδιαίτερα από παλιούς, αλλά και
νεότερους παίκτες.
Τέλος, στο τεύχος 148 φιλοξενήθηκαν
δύο ακόμη άξια αναφοράς παιχνίδια, το
expansion Baldur’s Gate II: Throne Of
Bhaal και το ελληνικό Έρεβος, της Γεννα-
δείου Σχολής. Το πρώτο απέσπασε 94%,
ενώ το δεύτερο μόλις 25%, κυρίως λόγω
των λειτουργικών προβλημάτων και του
ιδιόμορφου χαρακτήρα του.
PC
129
PC Master
Η συγκεκριμένη εταιρεία έγινε πολύ γνωστή για τα interactive
laserdisc shooting games που δημιούργησε κατά κόρον, από τις
αρχές έως και τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Τουλάχιστον εκεί-
νη, σε αντίθεση με την Telltale Games, δεν μας τα πλάσαρε ούτε
ως adventure games, ούτε ως... «ποδοσφαιράκια». Η ταυτότητά
τους ήταν παραπάνω από ξεκάθαρη: επρόκειτο για full motion
video games, όπου σκοπός μας ήταν, με τη χρήση του ειδικού
light gun με το οποίο συνεργάζονταν, να σκοτώσουμε κάθε αντί-
παλο που εμφανιζόταν επί της οθόνης έτοιμος να μας πυροβολή-
σει. Φυσικά υπήρχε η δυνατότητα να παιχτούν και με χρήση
mouse, αλλά κατ’ αυτό τον τρόπο αναπόφευκτα ο χρόνος απόκρι-
σης αυξανόταν δραματικά. Αποτέλεσμα ήταν να χάνουμε συνε-
χώς και να πρέπει να ξαναπαίξουμε το ίδιο σημείο. Εκτός ελαχί-
στων εξαιρέσεων όμως, η σειρά εμφάνισης των «κακών» ήταν τό-
σο επαναλαμβανόμενη, που κανένα εκ των παιχνιδιών δεν διαρ-
κούσε περισσότερο από λίγες ώρες.
Με το gameplay να είναι λοιπόν αυστηρά συγκεκριμένο, τα
στοιχεία που αλλάζανε στις διάφορες παραγωγές ήταν το
concept έκαστου τίτλου, αλλά και το setting όπου διαδραματιζό-
ταν. Η εκκίνηση δε θα μπορούσε παρά να γίνει με ένα παιχνίδι
τύπου western, το γνωστό σε πολλούς, Mad Dog McRee. Ο παί-
κτης αναλάμβανε το ρόλο ενός αγνώστου που φτάνει σε μια πό-
λη, οι κάτοικοι της οποίας ζουν καθημερινά με τον φόβο του λη-
στή Mad Dog και της συμμορίας του. Είναι προφανέστατα περιττό
να σας αναφέρω ποιος ήταν ο σκοπός στη συνέχεια. Δύο χρόνια
αργότερα κυκλοφόρησε και η συνέχειά του, ονόματι Mad Dog II:
The Lost Gold.
Έχοντας βρει τη συνταγή της εύκολης και γρήγορης δημιουρ-
γίας video games, η εταιρεία έσπευδε να αλλάζει το σενάριο και
την τοποθεσία της βιντεοσκόπησης, με αποτέλεσμα να προκύ-
πτουν ταχύτατα διάφοροι απίθανοι τίτλοι. Το Who Shot Johnny
Rock? μας έβαζε στη θέση εντός ντετέκτιβ που έψαχνε να βρει
ποιος δολοφόνησε τον τραγουδιστή Johnny Rock, ενώ το Space
Pirates ξεπερνούσε κάθε όριο cult δημιουργίας, καθώς εκεί ανα-
λαμβάναμε το ρόλο ενός σερίφη του διαστήματος. Tα alter egos
των δύο Mad Dog McRee games δεν άργησαν να έρθουν, κι έτσι
το 1993 και το 1994 κυκλοφόρησαν τα Crime Patrol και Crime
Patrol II: Drug Wars. Η άγρια δύση έδωσε τη θέση της στο αστικό
setting και πλέον ο παίκτης ήταν ο εκπρόσωπος του νόμου, που
τα έβαζε με εγκληματίες και λαθρεμπόρους ναρκωτικών. Αμέσως
μετά από αυτήν την εμπειρία, είχαμε την ευκαιρία να βιώσουμε
τη δράση ενός κυνηγού επικηρυγμένων, μέσω του Last Bounty
Hunter και πολύ αργότερα να νιώσουμε την ένταση των παραδο-
σιακών far west μονομαχιών, όπου νικητής ήταν εκείνος που θα
τραβούσε το πιστόλι του γρηγορότερα. Το τελευταίο ήταν το
αντικείμενο του Fast Draw Showdown, που αποτέλεσε και το
στερνό τίτλο της εταιρείας στα PCs, (επανα)κυκλοφορώντας σε
αυτά το 2004, ενώ ήταν σαφώς ο πιο δύσκολος στην ολοκλήρω-
ση. Δεν πρέπει βέβαια να λησμονήσουμε να αναφέρουμε την εμ-
φάνιση του πιο περίεργου παιχνιδιού της American Laser Games,
του Gallagher's Gallery το 1992, στο οποίο ένας κωμικός μας υπο-
δείκνυε να πυροβολούμε, μεταξύ άλλων, πορτοκάλια, λαστιχέ-
νιες πάπιες και μπάλες του μπάσκετ!
Αν μη τι άλλο, τα laserdisc shooting games, παρά τις χαμηλό-
τατες βαθμολογίες που συνήθως αποσπούσαν, είχαν το δικό τους
ξεχωριστό χαρακτήρα και δικαίως θεωρούνται cult μέχρι και σή-
μερα, από μεγάλη μερίδα του gaming κοινού.
American Laser Games
Kάτι σαν να λέμε «το ίδιο παιχνίδι σε έξι διαφορετικές εκτελέσεις».
Ενδιαφέρον τελικό boss ο Heinrich του RTCW.