92
Η ΕΠΕΛΑΣΗ ΤΗΣ ΜΗΧΑΝΗΣ
«
Στην αρχή δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις κάθε ρομπότ: τα με-
ταλλικά κορμιά τους σχημάτιζαν ένα ζωντανό σιδερένιο χαλί που
ξεχυνόταν στην πλαγιά μπροστά μας. Ήταν ένα μαγικό θέαμα,
τρομακτικό, αλλά όμορφο για κάποιο λόγο. Δεν μπορούσες να
κοιτάξεις αλλού. Και μετά καταλάβαμε ότι αυτός ο όγκος ερχό-
ταν κατά πάνω μας. Παγώσαμε. Άκουσα τον Demo-man να ξερο-
καταπίνει πίσω μου. Το turret του Engineer έτριξε, σαν να απο-
ρούσε κι αυτό: “τσιιικι-τσικ;”. Έμοιαζε να ρωτάει “μήπως να το
αφήσουμε καλύτερα;”. Και τότε τα ρομπότ έπεσαν πάνω μας.»
Δεν θα χρυσώσω το χάπι, δεν θα ωραιοποιήσω καταστάσεις. Τα
ρομπότ ήρθαν και βεβήλωσαν ξανά και ξανά τα γερασμένα μας
κορμιά.
Πάνω που μαθαίναμε να κρατάμε τα στενά απέναντι σε δεκάδες
γρήγορους Scouts, το παιχνίδι μας πετούσε ένα αργοκίνητο Tank,
ένα κτήνος με άπειρα hit points. «Το βαράω στη γρίλια, το βαράω
στη γρίλια, νομίζω πως είναι πιο ευάλωτο εκεί!», ακουγόταν έξαλλος
ο Borracho και μπορούσα να φανταστώ τις φλέβες να πετάγονται
στο μέτωπό του. Νεκροί... και πάλι από την αρχή. Πάνω που μαθαί-
ναμε το χάρτη, το παιχνίδι αυτόματα μας άλλαζε (έπειτα από τρεις
αποτυχημένες προσπάθειες, το TF2 αυτόματα σας πετάει σε άλλο
χάρτη), μία διαδικασία που μας δυσκόλευε, αλλά μας κρατούσε σε
εγρήγορση. Βροχή εκρηκτικών από τον Kuivamaa, καταιγισμός από
πυραύλους από τον Sephir που είχε βρει ένα καλό σημείο, σε μία
ταράτσα πίσω μας. Κάθε τόσο έμεναν από πυρομαχικά: «Αλέξανδρε!
Πού έχεις στήσει τον dispenser;» Η φωνή του Admiral είναι ίσια, δεν
τσαλακώνεται, δεν έχει αυξομειώσεις. «Δεν έχω φτιάξει… έχω μείνει
από μέταλλο, δεν βρίσκω μέταλλο.» Ο Αλέξανδρος είναι τέρας ψυ-
χραιμίας και φαίνεται στη φωνή του: χρησιμοποιεί λογική, αριθμούς,
γεγονότα, δεν παρασύρεται ποτέ (η πλήρης αντίθεση του Borracho
που φωνάζει σαν μανιακός). Τώρα όμως πρέπει να χρησιμοποιήσει
μέταλλο. Το βρίσκει στο κεφάλι του σε μορφή σφαίρας – δωράκι
από ένα αθέατο ρομπότ Sniper που δεν είχε αντιληφθεί κανείς μας.
Πάνω που είχαμε φτάσει στο τελευταίο κύμα, εξαντλημένοι και
λαχανιασμένοι, ένας Spy εμφανιζόταν και μας καθάριζε όλους με
μισητή ευκολία: έμοιαζε με σαδιστικό τσαρλατάνο που κλέβει το
μαλλί της γριάς από παιδάκια, κάτι τόσο απλό γι’ αυτόν. Γελούσε
δε χαιρέκακα πάνω από τα ξεσκισμένα κορμιά μας. Όμως δεν το
βάζουμε κάτω. Τα κύματα αλλάζουν μορφή: είναι θάλασσα από
γρήγορους Scouts, είναι Elite Pyros που καίνε τα πάντα γύρω τους,
είναι Soldiers που μας βομβαρδίζουν με ρουκέτες. Οι βόμβες των
επίμονων ρομπότ ανατίναζαν τη βάση μας ξανά και ξανά…
Αλλά στο τέλος κάθε κύματος, γινόμασταν λίγο καλύτεροι…
ΚΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΕΙΣ
«
Τρικλίζοντας, μπήκα μαζί με τον Pyro στο σταθμό. Ολόκληρη η
δεξιά πλευρά του ήταν καψαλισμένη, αλλά γελούσε μανιακά και
από ευχαρίστηση. Αργότερα θα φρόντιζα τις πληγές του, αλλά
δεν είχαμε πολύ χρόνο, έπρεπε να αναβαθμίσουμε τα όπλα μας
στη βάση. Οι υπόλοιποι ήταν ήδη μέσα όταν μπήκαμε. Ο Soldier
φώναζε: “έρχονται Pyros στο επόμενο κύμα, αγοράστε Fire Re-
sist, αλλιώς καήκαμε!” Ο Demo αναστέναξε, κρέμασε τους
Tα ρομπότ ακολουθούν τα πρότυπα κλάσεων, εδώ ένα σνιπερομπότ!
Είναι πολλά, είναι ασταμάτητα, είναι αποφασισμένα.
Engineer Admiral (Αλέξανδρος Γκέκας)
Τελευταίος έλεγχος προτού αρχίσει η επιδρομή.
Teleporter; Έτοιμος ώστε να επιτρέπει την επιστροφή
στις πρώτες γραμμές. Dispenser; Παραχωμένος σε μία
γωνιά για να γλιτώσει τα εχθρικά πυρά. Weapons Turret;
Πλήρως αναβαθμισμένος και ικανός να σπείρει τον όλεθρο
στα επερχόμενα κύματα των Machines. Και εγώ; Κουρνια-
σμένος πίσω από τον turret για το φόβο των Spies. 3...
2... 1...
Έρχονται! Η πρότερη ησυχία μετατρέπεται στο
απόλυτο χάος. Ανάμεσα στη θάλασσα των bots, ένας
Sentry bomber σπριντάρει προς το μέρος μου. «Ρίξτε
τον, θα τα διαλύσει όλα!», φωνάζω, ελπίζοντας να προλά-
βω το κακό. Σαν τη σκηνή στο «Lord of The Rings», ο
bomber αγνοεί τα πυρά που δέχεται και συνεχίζει να τρέ-
χει. Τραβώ το πιστόλι και αρχίζω να ρίχνω, σε μία τελευ-
ταία πράξη απελπισίας. «Θα σκάσει! Φύγετε, θα σκ-»...
Demo-man Kuivamaa (Βασίλης Ξερικός)
To βλέμμα απλανές από το shell shock. Τόσες εκρήξεις,
τόσο αίμα, τόσος θάνατος. Ο Demoman είναι μουδιασμέ-
νος. Κουρασμένος. Τόσα χρόνια στο πεδίο της μάχης, έχει
απαυδήσει, έχει σιχαθεί. Η μόνη οικογένεια που γνωρίζει
πια είναι η διμοιρία του, οι βόμβες του είναι η παρηγοριά
του. Ο τσακισμένος, παραιτημένος στρατιώτης μοιάζει να
αναμένει το αναπόφευκτο τέλος από μία βολή ενός
Sniper ή άδοξα στα χέρια κάποιου ύπουλου Spy. Και τό-
τε μία έκρηξη στις γραμμές των ηρώων. Ένας όλμος - οι
αναθεματισμένες μηχανές επέστρεψαν! Η οσμή της πυρίτι-
δας στον αέρα, ανακατεμένη με το άρωμα καψαλισμένου
ξύλου και χώματος, η τόσο γνώριμη γεύση του αίματος
στο στόμα και ο ανατριχιαστικός ήχος από τα ρομποτικά
καταδρομικά τάγματα που πλησιάζουν αφυπνίζουν τον De-
moman από τη ληθαργική κατατονία του. Και αν πλησιά-
ζει ο θάνατος, ας είναι. Το τομάρι του θα το πουλήσει
ακριβά. Ο medic Kuv ουρλιάζει: «Kuivamaa, you are
bleeding!»
-
I ain’t got time to bleed.