31
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
όσο και με αναφορά στη συμβολή της στην
περιφερειακή ανάπτυξη και στην ενσωμάτω-
ση των νησιωτικών περιοχών.
Η μελέτη του ΙΟΒΕ
Ο σκοπός της μελέτης είναι να αποτυπώ-
σει τη συνολική συμβολή του κλάδου της
Ακτοπλοΐας στην ελληνική οικονομία, λαμβά-
νοντας υπόψη τις καταλυτικές του επιδρά-
σεις μέσω του τουρισμού και της μεταφοράς
προϊόντων στην οικονομία της νησιωτικής Ελ-
λάδας, και να αναλύσει τα ζητήματα σχετικά
με την καλύτερη αξιοποίηση του δυναμικού
του κλάδου. Η μελέτη αφορά στο σύνολο της
επιβατηγού ναυτιλίας, εκτός από τις πορθ-
μειακές γραμμές στις οποίες πραγματοποι-
ούνται διαδρομές μικρών αποστάσεων.
Η ελληνική Ακτοπλοΐα, επιτελώντας το ση-
μαντικό έργο της διασύνδεσης της ηπειρωτι-
κής χώρας με τη νησιωτική Ελλάδα, αποτε-
λεί μία από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη.
Οι κυριότερες ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις
διαθέτουν σύγχρονο στόλο πλοίων με μεγάλη
χωρητικότητα, ως αποτέλεσμα των επενδύ-
σεων σε νεότευκτα πλοία και την απόσυρση
παλαιότερων κατά τη διάρκεια της προηγού-
μενης δεκαετίας.
Μετά το 2009, ο κλάδος βρέθηκε αντιμέ-
τωπος με δύο ταυτόχρονες και ισχυρές εξω-
γενείς διαταραχές: την αύξηση των διεθνών
τιμών των καυσίμων και την κατακόρυφη
πτώση της επιβατικής κίνησης λόγω της κρί-
σης της ελληνικής οικονομίας, αλλά και σε
σχετικά μικρότερο βαθμό, της ευρωπαϊκής
οικονομίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ζήτη-
ση ακτοπλοϊκών υπηρεσιών υποχώρησε με-
ταξύ 2009 και 2012 κατά 24% στους επιβάτες
και κατά 29% στα ΙΧ αυτοκίνητα (με ενδεί-
ξεις σταθεροποίησης το 2013), ενώ το κό-
στος καυσίμων αποτελεί πλέον περισσότερο
από το ήμισυ του κύκλου εργασιών του κλά-
δου. Η δυνατότητα προσαρμογής σε αυτές
τις εξωγενείς διαταραχές εμποδίστηκε σε
μεγάλο βαθμό και από περιορισμούς στο
ρυθμιστικό περιβάλλον.
Οι εξελίξεις αυτές αντανακλώνται στα οι-
κονομικά αποτελέσματα του κλάδου, τα
οποία είναι δυσμενή. Η συρρίκνωση του κύ-
κλου εργασιών συνδυάστηκε με σημαντικές
αυξήσεις των λειτουργικών εξόδων, οδηγώ-
ντας σε μεγάλες ζημιές. Η ρευστότητα είναι
περιορισμένη και η δανειακή πίεση υψηλή.
Κατά συνέπεια, δημιουργούνται βάσιμα ερω-
τήματα για τη βιωσιμότητα ορισμένων επιχει-
ρήσεων του κλάδου και τη δυνατότητα του
υφιστάμενου συστήματος να παρέχει τις
απαιτούμενες ακτοπλοϊκές υπηρεσίες τα
επόμενα χρόνια, παρά τη βελτίωση που ση-
μειώθηκε στους χρηματοοικονομικούς δεί-
κτες το 2013. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα
έχει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για την
εθνική οικονομία, καθώς η επιβατηγός ναυτι-
λία συνεισφέρει στην εγχώρια οικονομική
δραστηριότητα με τη διακίνηση επιβατών και
οχημάτων, λειτουργεί όμως και υποστηρικτι-
κά στην ανάπτυξη άλλων κλάδων δραστηριό-
τητας, ειδικά στις νησιωτικές περιφέρειες
της χώρας.
Από την ανάλυση προέκυψε ότι σε όρους
ΑΕΠ η συνεισφορά στην οικονομία από τη
ζήτηση για ακτοπλοϊκές μεταφορές στο
εσωτερικό της χώρας το 2013 εκτιμάται σε
περίπου 1,5 δισ. ευρώ, ενώ σε όρους απα-
σχόλησης διαμορφώνεται σε 21,4 χιλιάδες
θέσεις εργασίας (εκ των οποίων περίπου 5
χιλιάδες εκτιμάται ότι απασχολούνται στα
πλοία και στα γραφεία των ακτοπλοϊκών επι-
χειρήσεων). Ωστόσο, σημαντικά υψηλότερη
είναι η συνεισφορά από τις καταλυτικές επι-
δράσεις που συνδέονται με τον τουρισμό και
την ανάπτυξη του πρωτογενή και μεταποιητι-
κού τομέα στις νησιωτικές περιφέρειες της
χώρας. Η οικονομία των νησιών στηρίζεται
στον τουρισμό, το εμπόριο και τη γεωργία,
δηλαδή σε κλάδους που εξαρτώνται άμεσα
από την απρόσκοπτη διασύνδεση των νη-
σιών με την ηπειρωτική χώρα και κατά συ-
νέπεια συνδέονται στενά με την Ακτο-
πλοΐα. Συνδυάζοντας την επίδραση από τη
ζήτηση για ακτοπλοϊκές μεταφορές με τις
καταλυτικές επιδράσεις, η συνολική συνει-
σφορά της εγχώριας Ακτοπλοΐας εκτιμάται,
σε όρους ΑΕΠ, σε 11,8 δισ. ευρώ ή 6,5% του
συνολικού ΑΕΠ της χώρας το 2013, ενώ σε
όρους απασχόλησης ανέρχεται σε 260.000
θέσεις εργασίας (ή 7,2% της συνολικής απα-
σχόλησης), μέγεθος το οποίο αντιστοιχεί πε-
ρίπου στο ήμισυ της απασχόλησης στις νη-
σιωτικές περιφέρειες.
Δεδομένων των υφιστάμενων συνθηκών,
είναι απαραίτητος ο εξορθολογισμός της δυ-
ναμικότητας του κλάδου και των δρομολο-
γίων. Ήδη εταιρείες του κλάδου βρίσκονται
σε συζητήσεις με τράπεζες για την αναδιάρ-
θρωση των δανείων τους. Αυτό θα αποτελέ-
σει το πρώτο βήμα σε μία προσπάθεια διά-
σωσης του κλάδου.
Η προσαρμογή του κλάδου στα νέα δεδο-
μένα απαιτεί συνεχείς προσπάθειες περιορι-
σμού του κόστους εκμετάλλευσης με διατή-
ρηση της καλύτερης δυνατής εξυπηρέτησης
των χρηστών ακτοπλοϊκών υπηρεσιών. Βρα-
χυπρόθεσμα, θα είναι αποτελεσματικά κά-
ποια μέτρα τόνωσης της ζήτησης μέσω μείω-
σης των εκτός καθαρών ναύλων χρεώσεων,
όμως ταυτόχρονα απαιτείται να επανακαθο-
ριστούν αρκετές παράμετροι που συνδέο-
νται με το ακτοπλοϊκό ζήτημα, ιδίως σε ό,τι
αφορά το πλαίσιο που ρυθμίζει τη λειτουργία
της Ακτοπλοΐας.
Στο πλαίσιο αυτό, προτείνονται ενδεικτι-
κά τα εξής:
•
Μείωση κόστους λειτουργίας πλοίου. Με
δεδομένο ότι το κόστος καυσίμων καθορίζε-
ται σε μεγάλο βαθμό εξωγενώς (εξαίρεση
αποτελούν οι χρεώσεις για την τήρηση στρα-
τηγικών αποθεμάτων πετρελαίου, για τις
οποίες θα μπορούσαν να εξεταστούν οι δυ-
νατότητες μείωσης), η μείωση του κόστους
λειτουργίας μπορεί να επιτευχθεί με μείωση
του κόστους επανδρώσεως (μέσω, για παρά-
δειγμα, της επιδότησης ασφαλιστικών εισφο-
ρών), με συνθέσεις πληρωμάτων που αντα-
ποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες των
πλοίων, με κατάργηση της ελληνομάθειας
για το προσωπικό που σύμφωνα με τις διε-
θνείς συμβάσεις δεν σχετίζεται με την
ασφαλή λειτουργία του πλοίου, με μείωση
του χρόνου υποχρεωτικής δρομολόγησης
στις τακτικές γραμμές.
•
Εξέταση της δυνατότητας κατάργησης
του επιναύλου, μείωσης των λιμενικών τελών
όπου δεν υπάρχει ανταποδοτικότητα υπηρε-
σιών και αναθεώρησης του καθεστώτος υπο-
χρεωτικών εκπτώσεων σε κατηγορίες χρη-
στών.
•
Εξέταση της δυνατότητας μείωσης των