59
συνέντευξη
Θεωρείτε ότι η οικονομική κρίση έχει κάνει
κακό στον τομέα των αποσταγμάτων;
Από το 2010, όταν ξαφνικά αύξησε το ελληνικό κράτος
τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης αλκοόλης κατά 120%,
αντιμετωπίσαμε σταδιακά μείωση της κατανάλωσης, η
οποία έχει φτάσει στο 47,4%. Η αλήθεια όμως είναι ότι αν
ο καθένας μας κοιτάξει στο κοινωνικό του περιβάλλον, θα
δει πως ναι μεν έχει μειωθεί η αγορά των αλκοολούχων
ποτών κατά 50%, όχι όμως και η κατανάλωση. Με βάση τις
δικές μου εκτιμήσεις, έχει μειωθεί κατά ένα 20%. Το υπό-
λοιπο ποσοστό έχει υποκατασταθεί από λαθραία προϊόντα
και από την αύξηση του κακώς εννοούμενου χωρικού
τσίπουρου. Αυτό είναι μία πολύ μεγάλη πληγή.
Για ποιο λόγο είναι μεγάλη πληγή;
Έχουν επιβάλει έναν φόρο 0,59 ευρώ στο ένα λίτρο τσί-
πουρο, όταν εμείς πληρώνουμε 5,5 ευρώ το λίτρο. Όπως
καταλαβαίνετε, είναι τεράστια η διαφορά. Και δεν είναι
μόνο αυτό…παράγεται και διακινείται χωρίς κανέναν
έλεγχο. Υπάρχουν θέματα ενδεχομένως με την προστα-
σία της δημόσιας υγείας. Για να καταλάβετε, οι δικοί μας
εργαζόμενοι είναι υποχρεωμένοι να έχουν βιβλιάριο
υγείας και να το ανανεώνουν κάθε χρόνο, γιατί έρχονται
σε επαφή με κάτι που καταναλώνεται. Από την άλλη
πλευρά, εκείνο το προϊόν δεν ξέρουμε ούτε πώς παρά-
γεται ούτε με ποιες συνθήκες ούτε αν ελέγχεται ποτέ.
Δηλαδή θέλετε να σταματήσει η χωρική από-
σταξη;
Εμείς θέλουμε να παραμείνει η παράδοση της χωρικής
απόσταξης, όπως παραμένει και η παράδοση της χωρι-
κής οινοποίησης. Ο κάθε αμπελουργός μπορεί να
κρατήσει για οικογενειακή κατανάλωση και να παράγει
το δικό του κρασί. Έτσι θα πρέπει αντίστοιχα να μπορεί
να παράγει και να κρατήσει κάποιος και το δικό του τσί-
πουρο, για ιδίαν κατανάλωση. Όταν όμως μπαίνουμε σε
θέματα εμπορίας, τα πράγματα είναι διαφορετικά και
πρέπει να υπάρχει ισονομία. Εξάλλου, το επάγγελμα
είναι ανοιχτό. Μπορεί ο καθένας να πάει να στήσει ένα
αποστακτήριο επίσημα με τις άδειές του, να λειτουργή-
σει και να βγει στην αγορά. Είναι διαφορετικό πράγμα
να λέμε ότι κρατάμε την παράδοση και να φτιάχνουμε
τσίπουρο για την οικογένειά μας και άλλο να κάνουμε
εμπόριο. Πλέον, οι εκτιμήσεις είναι ότι μόνο 15-20% της
συνολικής κατανάλωσης τσίπουρου είναι επίσημο. Το
80-85% είναι ανεπίσημο και διαφεύγει φορολογίας.
Πράγματι, πολύ μεγάλο ποσοστό. Τι πιστεύετε
ότι μπορεί να γίνει για να αντιμετωπιστεί αυτό
το φαινόμενο;
Αυτό που θα πρέπει να γίνει, κατά την άποψή μας, είναι
ότι όσοι θέλουν να εμπλακούν στο εμπόριο οφείλουν
να βγουν επισήμως στην παραγωγή και στην αγορά.
Επιβάλλεται, δηλαδή, να απαγορευτεί η εμπορία χωρίς
παραστατικά. Ένα προϊόν το οποίο έχει αλκοόλη θέλει
ιδιαίτερες συνθήκες παραγωγής και απαιτεί πάρα πολύ
μεγάλη προσοχή. Εφόσον είναι αμπελουργοί, θα πρέπει
να μπορούν να παράγουν το δικό τους τσίπουρο, όμως να
μην επιτρέπεται η πώληση. Ασφαλώς, αυτό που θα κρατή-
σουν για ιδία κατανάλωση να είναι και αφορολόγητο. Όταν
όμως μπαίνεις στα κανάλια πώλησης, θα πρέπει το προϊόν
να ελέγχεται, να φορολογείται και να έχει τιμολόγια.
Τι προτάσεις έχετε κάνει εσείς στο κράτος;
Κάποτε το Υπουργείο Οικονομικών είχε φτιάξει μία επι-
τροπή, στην οποία συμμετείχαν και οι ανάλογες
υπηρεσίες. Αυτή η επιτροπή, λοιπόν, είχε καταλήξει στο
συμπέρασμα πως δεν μπορούσε να ελεγχθεί αυτό το
συνονθύλευμα, τη στιγμή που μιλάμε για 5,5 χιλιάδες
αποστακτήρες, διεσπαρμένους σε όλη την Ελλάδα, και
περίπου 30.000 άδειες απόσταξης. Όπως καταλαβαίνετε,
είναι αδύνατος ένας τέτοιος έλεγχος.
Συνεπώς, υπάρχουν πολλά αφορολόγητα προϊ-
όντα που δεν μπορούν να ελεγχθούν;
Όταν ξεκινάει ένα προϊόν χωρίς παραστατικά, η αλυσίδα
μεγαλώνει στο δρόμο. Δεν υπάρχει απόδοση ΦΠΑ για το
προϊόν και στα υποκαταστήματα όπου πουλιέται δεν κόβο-
νται αποδείξεις και όλη η ακολουθία πηγαίνει «μαύρη».
Έχω δει ωστόσο ετικέτες σε αρκετά μίνι μάρ-
κετ. Είναι παράνομο;
Καλύπτονται κάτω από μία νομιμοφανή, αλλά όχι
νόμιμη διαδικασία. Όταν το κράτος δίνει τη δυνατότητα
σε κάποιον να παραγάγει 100 λίτρα και αυτός δηλώ-
Ο γενικός
γραμματέας του
Συνδέσμου
Αλκοολούχων
Αποσταγμάτων και
Ποτών,
κ. Χάρης Μαυράκης