68
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ
στον κλάδο δεν φαίνεται να ακολουθούν τη συγκε-
κριμένη αγορά με επαγγελματισμό, αποβλέποντας
στην εργασιακή τους αποκατάσταση. Κι αυτό, παρά
το γεγονός ότι η ανεργία καλπάζει και οι μισθολο-
γικές ανισότητες και αγωνίες χτυπάνε… κόκκινο.
Εντούτοις, οι νέοι δεν δείχνουν να γοητεύονται από
την προοπτική επαγγελματικής αποκατάστασης,
απασχολούμενοι μόνιμα στον τουρισμό! Έλλειψη
παιδείας, διαφορετικές φιλοδοξίες, κοντόφθαλμη
λογική, αδυναμία σωστής εκτίμησης των υφιστά-
μενων δεδομένων, τι απ’ όλα ισχύει;
«Ενδεχομένως
οι περισσότεροι να έχουν πειστεί από το οικογενειακό
τους περιβάλλον ότι πρέπει να γίνουν γιατροί, δικηγό-
ροι και πολιτικοί μηχανικοί! Εξάλλου, έχουμε ορισμέ-
νες ελλείψεις ακόμη στα συγκεκριμένα επαγγέλματα.
Βέβαια, τους λείπει…πελατεία, αλλά τι να κάνουμε;
Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα στη ζωή μας!»
, λέει
με έντονα σαρκαστικό ύφος ο κ. Κοκοτός και συ-
νεχίζει:
«Πράγματι, παρατηρείται έντονο πρόβλημα
σε ό,τι αφορά την στελέχωσή με ικανό προσωπικό.
Πολλοί αναζητούν τη μονιμότητα, ωστόσο, με βάση
τα ισχύοντα οικονομοτεχνικά δεδομένα, κάτι τέτοιο
αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολο στην πράξη, καθώς
μια επιχείρηση αδυνατεί να συντηρεί ένα αμετάβλητο
εργατικό δυναμικό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Παρ’ όλα αυτά, απαιτείται η ύπαρξη προσωπικού
και κατά το διάστημα που οι ξενοδοχειακές μονάδες
παραμένουν ανενεργές, καθώς λαμβάνουν χώρα
πολλαπλές εργασίες συντήρησης, βελτίωσης, μικρο-ε-
πισκευών, φύλαξης κ.ο.κ. Ωστόσο, τα διαθέσιμα χέρια
είναι περιορισμένα, ενώ όσο κάποιος απομακρύνεται
και δεν εδρεύει πέριξ των αστικών κέντρων, όπως
εμείς που βρισκόμαστε σε ένα σχετικά απομακρυσμέ-
νο σημείο στα νότια της Κρήτης, αυτομάτως μειώνε-
ται ανάλογα και η πιθανότητα άντλησης προσωπικού
από τον τοπικό πληθυσμό. Δυστυχώς, η πλειοψηφία
των εργαζομένων αντιμετωπίζουν την εργασία στον
τουριστικό τομέα ως κάτι το εφήμερο, μια παρα-α-
πασχόληση. Σε επίπεδο μόνιμων στελεχών, όπως λ.χ.
σεφ, food & beverage managers,διευθυντικά στελέχη
κ.ά., παρατηρείται μια εντονότερη κινητικότητα σε
σχέση με ό,τι συνέβαινε κατά το παρελθόν. Πλέον, ο
ανταγωνισμός είναι μεγαλύτερος. Όλοι αναζητούν
τους καλύτερους που διαθέτουν και την απαιτούμενη
εμπειρία και γνώση. Αυτοί είναι συγκεκριμένοι, συνή-
θως αμείβονται κάτι παραπάνω από καλά, ενώ έχουν
πάντοτε “ανοικτή” και την προοπτική φυγής στο
εξωτερικό. Εκεί, λοιπόν, παρατηρούνται συχνά-πυκνά
φαινόμενα…αρπαγής ενός σημαντικού στελέχους
από κάποιον ανταγωνιστή. Πρόκειται για μια πρακτι-
κή η οποία είναι υπαρκτή, καθώς η αγορά είναι “ανοι-
κτή” και οι προοπτικές θεμιτές. Το γεγονός ότι στη
χώρα μας δεν υπάρχουν σχολές παραγωγής στελεχών
για την τουριστική βιομηχανία και κατ’ επέκταση δεν
συνδέονται άμεσα με την αντίστοιχη εργασιακή αγο-
ρά, αποτελεί αναμφίβολα ένα σημαντικό ζήτημα. Εί-
ναι εξοργιστικό να ζούμε και να αναπνέουμε ως χώρα
από τον τουρισμό και να αντί να δημιουργούμε, να ει-
σάγουμε σχετική τεχνογνωσία! Όσο δεν το αντιμετω-
πίζουμε στη ρίζα του, ουσιαστικά, ναρκοθετούμε ένα
τμήμα των μελλοντικών μας προοπτικών ανάπτυξης».
Γιατί να μην εκχωρήσουμε τμήμα
των λιμανιών στις επιχειρήσεις κρουαζιέρας;
Ένα από τα «καυτά» θέματα –τουλάχιστον σε φιλο-
λογικό επίπεδο– έχει να κάνει με την κρουαζιέρα και
τις προοπτικές της στη χώρα μας, η οποία από άποψη
περιεχομένου που έχει άμεση συσχέτιση με τη θά-
λασσα, διαθέτει έναν ζηλευτό πλούτο. Παρ’ όλα αυτά,
τα μέτρια μεγέθη που καταγράφονται δεν δείχνουν
ικανά να στοιχειοθετήσουν μια… εκρηκτική πορεία
τουλάχιστον στο κοντινό μέλλον. «Θα σας πω μια σύ-
ντομη ιστορία. Όταν ανέλαβα καθήκοντα μέλους του
Δ.Σ. του ΣΕΤΕ, αποφάσισα να απευθυνθώ στα στελέχη
της συγκεκριμένης αγοράς προκειμένου να μάθω
από πρώτο χέρι την κατάσταση που επικρατεί στην
κρουαζιέρα. Περιττό να σας αναφέρω πως η συγκε-
κριμένη περιήγησή μου, με βοήθησε να δω πράγματα
τα οποία ούτε καν φανταζόμουν πως υπήρχαν ή έστω
ίσχυαν. Για παράδειγμα, ένα από τα μεγαλύτερα προ-
βλήματα που αντιμετωπίζουν τα κρουαζιερόπλοια
κατά τη διαδικασία προσέγγισής τους στο Ηράκλειο
της Κρήτης, έχει να κάνει με το φως της ημέρας. Και
εξηγούμαι: Καθώς τα στελέχη της αγοράς κρουαζιέ-
ρας θεωρούν πως η συγκεκριμένη πόλη δεν ξεφεύγει
από ένα πολύβουο και επιβαρυμμένο αστικό τοπίο,
δεν ήθελαν επ’ ουδενί οι επιβάτες τους να δουν αυτό
το θέαμα. Οπότε, φρόντιζαν να προσδένουν στο λιμά-
νι αργά το βράδυ, προς το ξημέρωμα! Κατ’ αυτόν τον
τρόπο μετρίαζαν την εικόνα που αντίκριζαν οι επισκέ-
πτες, καθώς όταν αποβιβάζονταν από το κρουαζιε-
ρόπλοιο, απευθείας επιβιβάζονταν στα λεωφορεία τα
οποία τους μετέφεραν στην Κνωσό και άρα απέφευ-
γαν να προσλάβουν “άσχημες” εικόνες με κτίρια συ-
γκεκριμένης αισθητικής, κίνηση στους δρόμους, και
τα ζητήματα που δημιουργούνται από την απουσία
ενός ισόρροπου ρυμοτομικού σχεδίου», υπογραμμίζει
ο κ. Κοκοτός και συνεχίζει: «Στο λιμάνι της Θεσσαλονί-
κης το πρόβλημα εστιαζόταν στις τελωνειακές αρχές
και στην αδυναμία τους να φέρουν εις πέρας με ταχύ-
τητα την επιτόπια έκδοση των αδειών αποβίβασης για
τους επισκέπτες. Κάτι που, για παράδειγμα, στο Ηρά-
κλειο δεν υπήρχε καθώς η εκεί υπηρεσία είναι καλά
στελεχωμένη, έμπειρη και με γνώση του αντικειμένου.
Η εξήγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι το λιμάνι της
Θεσσαλονίκης είναι κατά βάση εμπορικό λιμάνι και οι
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
“
Το δίλημμα «Ποιότητα ή
ποσότητα» αντιμετωπίζεται
με την προσέγγιση του value
for money. Δηλαδή, ανάλογα με
όσα πληρώνεις, απολαμβάνεις
και τις αντίστοιχες υπηρεσίες
και προϊόντα.
”